Βόρνεο

Βόρνεο
(ινδον. Kalimantan). Νησί (743.330 τ. χλμ., 16.137.216 κάτ. το 2000) του συμπλέγματος της Σούνδης στη νότια Ασία, το μεγαλύτερο του αρχιπελάγους και τρίτο μεγαλύτερο του κόσμου, μετά τη Γροιλανδία και τη Νέα Γουινέα. Βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο του αρχιπελάγους, μεταξύ των νησιών Σουμάτρα στα Δ, Ιάβα στα Ν, Κελέβη στα ΝΑ και Φιλιππίνες στα ΒΑ. ΒΔ βρέχεται από τη Νότια Κινεζική θάλασσα, ΒΑ από τη θάλασσα της Σούλου, Α από τη θάλασσα της Κελέβης και το στενό της Μακάσαρ και Ν από τη θάλασσα της Ιάβας. Πολιτικά στοιχεία. Το έδαφος της Β. είναι μοιρασμένο ανάμεσα σε τρία κράτη. Στην Ινδονησία ανήκει το μεγαλύτερο μέρος του νησιού (περ. 70%), στον νότο, που αποτελεί την περιφέρεια Καλιμάνταν (Kalimantan, 11.331.558 κάτ.)· το βόρειο μέρος είναι μοιρασμένο ανάμεσα στα κρατίδια Σαμπάχ (Sabah, 2.449.389 κάτ.) και Σαραουάκ (Sarawak, 2.012.616 κάτ.) της Μαλαισίας και στο σουλτανάτο του Μπρουνέι. Αυτό το πολιτικό καθεστώς είναι αποτέλεσμα δύο παραγόντων: του παλαιότερου ελέγχου του νησιού από τους Ολλανδούς και τους Άγγλους και των γεγονότων που ακολούθησαν τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, μετά τον οποίο η ολλανδική Β. (Καλιμάνταν) προσχώρησε στη δημοκρατία της Ινδονησίας, ενώ ένα μεγάλο μέρος της βρετανικής Β. (κρατίδια Σαμπάχ και Σαραουάκ) προσχώρησε στην ομοσπονδία της Μαλαισίας· τέλος, το Μπρουνέι διατήρησε το καθεστώς του αυτόνομου σουλτανάτου υπό προστασία και το 1984 απέκτησε πλήρη ανεξαρτησία. Γεωγραφικά στοιχεία, κλίμα, χλωρίδα και πανίδα. Η Β. έχει σχήμα μάλλον τριγωνικό. Η έλλειψη μεγάλων αρθρώσεων μαρτυρείται από το μήκος της περιμέτρου των ακτών (6.420 χλμ.) που είναι ασήμαντη δηλαδή, αν συγκριθεί με την εδαφική έκταση. Κατά μεγάλο μέρος ορεινό, το νησί έχει έναν σπουδαίο ορεογραφικό κόμβο στα όρη Καπούας, από τα οποία ξεκινούν ακτινοειδώς οι κυριότερες οροσειρές. Επικρατούν τα κρυσταλλικά, ψαμμιτικά και ασβεστολιθικά πετρώματα, ενώ τα ηφαιστειογενή είναι πολύ λίγο διαδεδομένα. Λείπουν τελείως τα ηφαιστειακά φαινόμενα, που είναι τόσο συχνά στα άλλα νησιά του αρχιπελάγους. Η έκταση των πεδιάδων είναι αρκετά περιορισμένη, με εξαίρεση τη νοτιοανατολική περιοχή. Έχουν προσχωσιγενή προέλευση και εκτείνονται κατά μήκος των ποταμών ή στις ράχες των χαμηλών και ελωδών ακτών, που εμποδίζουν τη διείσδυση. Ο μεγαλύτερος ποταμός της Β. είναι ο Καπούας, που διαρρέει τις κεντροδυτικές περιοχές και εκβάλλει με ένα πλατύ δέλτα στις δυτικές ακτές. Άλλοι ποταμοί είναι ο Ράτζανγκ και ο Κάγιαν στο βόρειο τμήμα και οι Μαχακάμ και Μπαρίτο στο νότιο. Επειδή διατέμνεται από τον Ισημερινό, το νησί έχει κλίμα θερμό και υγρό όλο τον χρόνο, με μέση θερμοκρασία 25°-26°C και ετήσιες βροχοπτώσεις κυμαινόμενες, ανάλογα με τη ζώνη, μεταξύ 2.000-4.000 χιλιοστών. Τα δάση καταλαμβάνουν τα εννέα δέκατα της έκτασης του νησιού. Από τα σπουδαιότερα δασικά προϊόντα είναι το σάνταλο, το τικ, ο έβενος, η καμφορά και το μπαμπού. Χαρακτηριστικά είδη πανίδας της Β. είναι ο nasalis larvatus, ο tarsius spectrum, η κόμπρα, ο βόας ο συσφιγκτήρας, ο γίβων και ο ουραγκοτάγκος. Πληθυσμός, πόλεις και οικονομία. Ο πληθυσμός της Β., που αποτελείται στην πλειονότητά του από Μαλαίους, είναι συγκεντρωμένος στις παράκτιες περιοχές, κατά μήκος των ποταμών και στις προσχωσιγενείς πεδιάδες. Στο εσωτερικό του νησιού ζουν σε πρωτόγονη κατάσταση οι Νταγιάκ, οι οποίοι ασχολούνται με το κυνήγι που γίνεται ακόμα με πρωτόγονα μέσα, το ψάρεμα, τη συλλογή καρπών και την καλλιέργεια της γης σε μικρή έκταση. Πολυάριθμοι είναι οι Κινέζοι. Άλλες εθνικές ομάδες είναι οι Σούλου και οι Φιλιππινέζοι. Κυριότερη οικονομική δραστηριότητα είναι η γεωργία, αλλά μόνο κατά μήκος των ακτών, όπου καλλιεργούνται ρύζι, πιπέρι, κοκκοφοίνικες (καρύδες, λάδι και κόπρα) και η εβέα η βραζιλιανή, από την οποία εξάγεται καουτσούκ. Αξιόλογα προϊόντα του υπεδάφους είναι οι άνθρακες και το πετρέλαιο. Εξάγονται επίσης διαμάντια, χρυσός, ασήμι και σίδηρος. Κυριότερες πόλεις του νησιού είναι η Μπαντζαρμάσιν (Banjarmasin, 560.000 κάτ. το 2002), αρχαία πρωτεύουσα του ομώνυμου σουλτανάτου και σήμερα έδρα της επαρχίας Καλιμάνταν Σελάταν (37.660 τ. χλμ., 3.085.000 κάτ. το 2002), η Ποντιάνακ (Pontianak, 497.600 κάτ. το 2002), πρωτεύουσα της επαρχίας Δυτική Καλιμάνταν (146.760 τ. χλμ., 4.169.000 κάτ. το 2002), και αγορά (καουτσούκ, κόπρα, φοινικέλαιο, ξυλεία) της εύφορης περιοχής του δέλτα του ποταμού Καπούας, η Μπαλικπάπαν (Balikpapan, 423.900 κάτ. το 2002), λιμενικό κέντρο στο στενό της Μακάσαρ με διυλιστήρια πετρελαίου, η Σαμαρίντα (Samarinda, 500.100 κάτ. το 2002), πρωτεύουσα της επαρχίας Ανατολική Καλιμάνταν (202.440 τ. χλμ. , 2.537.300κάτ. το 2002), μεγάλο εμπορικό και λιμενικό κέντρο επί του ποταμού Μαχάκαμ, σε περιοχή πλούσια σε κάρβουνο και πετρέλαιο, και, τέλος, η Παλανγκαράγια (Palangaraya, άλλοτε Παχάντουτ, 149.500 κάτ. το 2002), πρωτεύουσα της επαρχίας Κεντρική Καλιμάνταν (152.600 τ. χλμ.,1.919.000 κάτ. το 2002), όλες στο ινδονησιακό έδαφος· στον βορρά υπάρχουν η Κότα Κιναμπάλου (Kota Kinabalu, 321.900 κάτ. το 2002), πρωτεύουσα του Σαμπάχ, και η Κουτσίνγκ (Kuching, 446.700 κάτ. το 2002), πρωτεύουσα του Σαραουάκ (Μαλαισία), καθώς και η Μπαντάρ Σερί Μπεγκάουαν (Bandar Seri Begawan, 74.800κάτ.), πρωτεύουσα του Μπρουνέι. Τοπίο στο εσωτερικό της Βόρνεο? τα δάση καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειας του νησιού και αποτελούν μία από τις κυριότερες πλουτοπαραγωγικές πηγές του (φωτ. Bavaria). Η Βόρνεο είναι μοιρασμένη πολιτικά μεταξύ της Μαλαισίας (Σαραουάκ και Σαμπάχ), του σουλτανάτου του Μπρουνέι και της Ινδονησίας. Στη φωτογραφία, άποψη του λιμανιού της πόλης Κουτσίνγκ, πρωτεύουσας του κρατιδίου Σαραουάκ (φωτ. Igda). Οικισμός επάνω σε πασσάλους, κοντά στον ποταμό Μαχακάμ? αυτό το είδος κατοικίας είναι πολύ διαδεδομένο στη Βόρνεο. Κάτοικοι της Βόρνεο, που ανήκουν σε φυλή μαλαισιανής καταγωγής. Ψαράς της φυλής Νταγιάκ που ζει στο εσωτερικό της Βόρνεο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… …   Dictionary of Greek

  • Μαλαισία — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Αποτελείται από δύο ενότητες, μεταξύ των οποίων μεσολαβεί η Νότια Κινεζική θάλασσα για περίπου 650 χλμ. Το ανατολικό τμήμα συνορεύει B με το Μπρουνέι και N με την Ινδονησία, ενώ βρέχεται B και Δ από την Νότια… …   Dictionary of Greek

  • Ιάβα — (διεθν. Java Jawa). Νησί (127.569 τ. χλμ., 121.352.608 κάτ. το 2000) της Ινδονησίας, στο νότιο τμήμα του ινδονησιακού τόξου. Βρέχεται στα Β από τη θάλασσα της Ι. και στα Ν από τον Ινδικό ωκεανό, ενώ εκτείνεται σε μήκος που υπερβαίνει τα 1.000 χλμ …   Dictionary of Greek

  • Ινδίες — Γεωγραφικός όρος, σπάνια χρησιμοποιούμενος πλέον, ο οποίος υποδηλώνει δύο μεγάλες περιοχές, πολύ απομακρυσμένες μεταξύ τους: μία στη νοτιοανατολική Ασία, που ονομάζεται Ανατολικές Ινδίες, και μία στην Κεντρική Αμερική, που ονομάζεται Δυτικές… …   Dictionary of Greek

  • κυνηγοί κεφαλών — Λαοί που διατηρούν ως έθιμο την αποκοπή της κεφαλής του ηττημένου εχθρού, τη διατήρησή της και την ανάδειξή της. Ο στολισμός του πολεμιστή με το κρανίο του νικημένου ως είδος τροπαίου αποτελεί τυπικό γνώρισμα αρκετών πρωτόγονων φυλών, ιδίως της… …   Dictionary of Greek

  • Σούνδης, Νησιά της- — (Ντάνγκαλαν Σούντα, ινδονησιακά, Soenda Ellanden ολλανδικά). Νησιά των Νησιωτικών Ινδιών που, βρίσκονται μεταξύ Ινδικού ωκεανού στα Δ και στα Ν, Νότιας Κινεζικής θάλασσας στα Β, θάλασσας Aραφούρα στα ΝΑ και θαλλασσών Σούλου, Κελέβης, Μολούκων και …   Dictionary of Greek

  • ανθρωποφαγία — Η συνήθεια ορισμένων φυλών να τρώνε ανθρώπινο κρέας. Λέγεται επίσης και κανιβαλισμός, από το όνομα που έδωσαν σε μια φυλή ανθρωποφάγων των νησιών της Καραϊβικής οι Ισπανοί κατακτητές τον 17ο αι. Τη συνήθεια της α. σε πρωτόγονους λαούς έχουν… …   Dictionary of Greek

  • νάσικος — Κατάρρινος πίθηκος της μεγάλης οικογένειας των Κερκοπιθηκιδών, που λέγεται και προβοσκιδωτός πίθηκος, εξαιτίας της χαρακτηριστικής μύτης του, που είναι πολύ ανεπτυγμένη, προπάντων στα ενήλικα αρσενικά: το είδος αυτό της κοντής προβοσκίδας κατά… …   Dictionary of Greek

  • παλάκιο — (palaquium). Πρόκειται για το δέντρο που παράγει τη γουταπέρκα. Έχει ύψος περίπου 25 μ. με φύλλα απλά, δερματώδη, σκεπασμένα με χνούδι. Το γένος αριθμεί 60 είδη, που φυτρώνουν στα παρθένα, θερμά και υγρά δάση της χερσονήσου της Μαλαισίας, της… …   Dictionary of Greek

  • ρυγχοπίθηκος — (nasalis). Γένος στενόρρινων πιθήκων στο οποίο ανήκα μόνο το είδος ρ. o μορμωτός. Το χρώμα του πιθήκου αυτού είναι καστανοκόκκινο ή κιτρινοκόκκινο. Έχει μήκος 70 εκ. και η μύτη του έχει σχήμα προβοσκίδας. Ζει ομαδικά μέσα στα δάση του Βόρνεο,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”